Μαρντούκ

Μαρντούκ
(Marduk). Βαβυλωνιακή θεότητα. Το όνομά του είναι σουμερικής προέλευσης και, όταν η Βαβυλώνα ορίστηκε πρωτεύουσα του βασιλείου του Χαμουραμπί, οι ιερείς της Βαβυλώνας επεξεργάστηκαν ένα σύστημα συγκρητισμού, χάρη στο οποίο ο Μ. απέκτησε τον χαρακτήρα του υπέρτατου θεού και ο Μ. ανακηρύχθηκε σε εθνική θεότητα. Σε αυτόν συγχωνεύτηκαν όλες οι μεγάλες θεότητες, οι οποίες θεωρήθηκαν ξεχωριστές ιδιότητές του. Σύμφωνα με το βαβυλωνιακό έπος της δημιουργίας Ενούμα Ελίς (Enuma elish), ο Μ. ήταν γιος του Έα. Όταν οι νεότεροι θεοί επαναστάτησαν εναντίον του Έα και της υπάτης των θεαινών Τριάδας, ο Έα κάλεσε τον Μ. να τους αντιμετωπίσει. Ανάμεσα στους επαναστάτες θεούς συγκαταλεγόταν και το Χάος, το οποίο ήταν αήττητο. Ο Μ. κατάφερε να το νικήσει και από το σώμα του έφτιαξε τον κόσμο· έτσι ανακηρύχθηκε δημιουργός του σύμπαντος και ύπατος των θεών. Ο Μ. φέρει πενήντα θείες ονομασίες, οι οποίες αντιστοιχούν στις κυριότερες ιδιότητές του, ενώ η κυριότερη προσωνυμία του ήταν Βάαλ (βλ. λ.) που σημαίνει Κύριος. Επίσης στον ουράνιο θόλο ο Μ., που αντιπροσωπεύεται από τον πλανήτη Δία, αφομοίωσε τα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες των άλλων άστρων, τα οποία ταυτίστηκαν με αυτόν στο τελετουργικό του εορτασμού για το νέο έτος, στη Βαβυλώνα. Απεικονιζόταν όρθιος, με σχισμένο μανδύα και μεγάλα αυτιά, κρατώντας το ρόπαλο με το οποίο έχει νικήσει το Χάος, που βρισκόταν πεσμένο στα πόδια του. Αγάλματα του Μ. βρέθηκαν στο σημερινό Ιράκ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Εβίλ Μαρντούκ — Βιβλικό πρόσωπο, που αναφέρεται στη Βίβλο ως Εβίλ Μεροντάχ. Βασιλιάς της Βαβυλώνας, γιος και διάδοχος του Ναβουχοδονόσορ του Β’. Ο Ε. απελευθέρωσε τον Ιωακείμ, βασιλιά του Ιούδα, ο οποίος ήταν αιχμάλωτος επί 37 χρόνια. Σκοτώθηκε από τον Νεργκάλ… …   Dictionary of Greek

  • Βαβυλώνιοι — Αρχαίος λαός της πόλης Βαβυλώνας, αλλά και του νότιου τμήματος της Μεσοποταμίας, μεταξύ του Τίγρη και του Ευφράτη. Οι Β. αποτελούσαν τον νότιο κλάδο των σημιτικών πληθυσμών της Μεσοποταμίας και ξεχώριζαν από τους Ασσυρίους, οι οποίοι ήταν… …   Dictionary of Greek

  • Ενούμα ελίς — Βαβυλωνιακό κοσμογονικό ποίημα που πήρε τον τίτλο του από τις λέξεις με τις οποίες αρχίζει (στα ελληνικά ο τίτλος σημαίνει «όταν εκεί επάνω...»). Το έργο, που αποτελείται από περισσότερους από 1.000 στίχους και χρονολογείται στην πρώτη… …   Dictionary of Greek

  • Ασσύριοι — Αρχαίος σημιτικός λαός εγκατεστημένος στη Μεσοποταμία κατά μήκος του βόρειου τμήματος του Τίγρη και των δύο παραποτάμων του, του Μεγάλου και του Μικρού Ζαμπ. Το ασσυριακό τρίγωνο –όπως αποκαλείται η περιοχή– προστατευόταν από οχυρά και από το… …   Dictionary of Greek

  • κοσμογονία — Το σύνολο των μύθων και των παραδόσεων που ερμηνεύουν την προέλευση του κόσμου και του ανθρώπου. Η έννοια της κ. δεν αντιστοιχεί πάντοτε στην έννοια της δημιουργίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις περιγράφεται ως μεταμόρφωση μιας αδιαφοροποίητης… …   Dictionary of Greek

  • Ιράκ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ιράκ Έκταση: 437.072 τ. χλμ. Πληθυσμός: 24.001.816 (2002) Πρωτεύουσα: Βαγδάτη (4.478.000 κάτ. το 1995)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με τη Συρία και την… …   Dictionary of Greek

  • Μαρδούκ — Θεός των Βαβυλωνίων. Βλ. λ. Μαρντούκ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”